Οι μαθητές της Ε΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου Αντιπάρου με αφορμή τον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου, παρακολούθησαν την προβολή της ταινίας «Το ξυπόλητο Τάγμα» και μας παραθέτουν με λίγα λόγια την υπόθεση του έργου αυτού.
Η ιστορία ξεκινά με ένα αγόρι που μένει σε μια βάρκα, κοντά στο Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης στη σύγχρονη εποχή. Είναι φτωχό και χωρίς οικογένεια και μια μέρα νηστικό καθώς ήταν αποφασίζει να κλέψει, από ένα κύριο που περνούσε ένα γλυκό. Στη συνέχεια συναντάει έναν άλλο κύριο και μπαίνει στο πειρασμό να του κλέψει το πορτοφόλι, εκείνος όμως τον πιάνει και του παίρνει πίσω το πορτοφόλι και ρωτάει το μικρό παιδί για ποιο λόγο τα κάνει όλα αυτά. Το αγόρι του εξηγεί πως είναι πολύ φτωχό και μένει σε μια βάρκα. Τότε αυτός ο άγνωστος άντρας συγχωρεί το παιδί και του λέει τη δική του ιστορία για τα παιδικά του χρόνια.
Η ιστορία ξεκινάει κάπως έτσι: «Ήμουν κι εγώ σαν κι εσένα, αλλά τότε βρισκόμασταν στην Κατοχή. Μία μέρα είχαμε πάει με την μικρή μου αδερφή να φάμε σε ένα συσσίτιο. Της αδερφής μου όμως δεν της έφτασε το φαγητό και επιπλέον κρύωνε πολύ. Τότε εγώ την πήρα και πήγαμε σπίτι. Εκεί ανάψαμε φωτιά και την έβαλα να κοιμηθεί. Στη συνέχεια, έφυγα από το σπίτι και πήγα να βρω φαγητό για εκείνη και για μένα. Ξαφνικά, εκεί που έψαχνα, είδα μερικά παιδιά να παίρνουν ψωμί από ένα Γερμανικό φορτηγό, αλλά γρήγορα εκείνα εξαφανίστηκαν τρέχοντας και ένας γερμανός έπιασε εμένα και με χτύπησε πολύ άσχημα. Μετά από λίγη ώρα, συνάντησα εκείνα τα παιδιά και με ρώτησαν αν πεινούσα. Τους απάντησα ότι πεινούσα και τότε μου δώσανε ψωμί να φάω. Με βοήθησαν να πάρω την αδερφή μου και πήγαμε όλοι μαζί σε ένα μικρό καταφύγιο. Δυστυχώς μετά από μερικές μέρες, κάποιος ανακάλυψε το καταφύγιο μας και μας πρόδωσε στους Γερμανούς. Φύγαμε τότε όλοι γρήγορα και πήραμε μαζί μας όλα αυτά που είχαμε κλέψει.»
Ο άγνωστος εκείνος κύριος όμως που διηγιόταν την ιστορία είχε οδηγήσει το μικρό αγόρι της Θεσσαλονίκης σε ένα σχολείο. Εκείνο έκπληκτο αναρωτήθηκε για το που βρέθηκε. Ο άγνωστος κύριος εξήγησε στο αγόρι ότι το είχε οδηγήσει σε ένα σχολείο και το ρώτησε αν ήθελε να μείνει μαζί του. Το μικρό αγόρι απάντησε ναι.